'' ΧΙΩΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ '' . Μιχάλη Γ. Καριάμη

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013



 ΣΤΟΝ    ΚΥΡΙΟ   ΚΑΙ   ΒΙΓΛΑΤΟΡΑ    ΤΗΣ  ΠΟΤΑΜΙΑΣ

Ο  καινούριος χρόνος άρχισε να μετρά μέρες , σε λίγο θα έλθει η 17η του Γενάρη μια
μέρα  σημαδιακή για τους Αμανίτες που είχαν την θεία τύχη να γεννηθούν ή να έλκουν την καταγωγή τους από το ωραιότερο δημιούργημα του ανθρώπου , που είναι
φτιαγμένο , από  πέτρα , πολύ μεράκι  και ιδρώτα ,  την Αγιασμένη  Ποταμιά .
Ημέρα μνήμης  Αντωνίου Οσίου του Μεγάλου .   Ημέρα  εορτής  του ερημίτη , προστάτη , μοναδικού της κάτοικου  και συνάμα στερνού της βιγλάτορα .
 Το ταπεινό ιερό του , μεγαλειώδες μέσα  στην απλότητα  του χώρου .
  Με απλωμένη , την ζεστή  πατρική του αγκαλιά , θα περιμένει για μια χρονιά ακόμα , σ ΄αυτήν εδώ την ευλογημένη από τον θεό γωνιά της γης , τα ξενιτεμένα  του παιδιά τις κόρες και τ’ αγγόνια του , να φτάσουν από τα πέρατα του κόσμου , για να βρεθούν και να γιορτάσουν μαζί του . Για να νοιώσουν το χάδι του ,την καυτή του πνοή και την ανάσα του !  Άλλοι για να κλάψουν ,  θωρώντας την ερημιά του χωριού τους , με τα λατρευτά του χαλάσματα , φέρνοντας στο νου τους θύμησες παλιές , από τα τότες  περασμένα , όταν  υπήρχε ζωή  .  
  Και ενώ εδώ στην  απάνθρωπη πολιτεία  , των  ξεριζωμένων  ψυχών ,  ψάχνουν  παρέα  να εκδράμουν στο χωριό σαν  χειμερινοί  προσκυνητές  και  να  σωθούν  για  λίγες  μέρες  , εγώ ξεφυλλίζοντας το βιβλίο  ΄΄ ΣΤΟ  ΜΥΡΟΒΟΛΟ  ΝΗΣΙ ΄΄ εκδόσεως 1950 γραμμένο από τον τότε Μητροπολίτη Χίου ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ  , στην σελίδα 24 και υπό τον τίτλο  <<  ου φοβηθήσομαι κακά , ότι συ μετ΄ εμού  ει….. >>  διάβασα  ένα  άρθρο επίκαιρο για τον προστάτη Αφέντη , Κύριο και Άγιο της Ποταμιάς .Σας παραθέτω τμήμα αυτού , ως εγγράφει με την  επικρατούσα ορθογραφία της εποχής , με μόνη διαφορά το μονοτονικό σύστημα στίξεως  .
     ‘’  Ήμουν την ημέρα του Αγίου Αντωνίου σ΄ ένα απόκρημνο χωριό της βορείου Χίου , την Ποταμιά  .  Εώρταζε  .  Μούπαν ότι ποτέ δεν έγινε το πανηγύρι με καλοκαιρία  .  Ή  θάβρεχε  ή θα χιόνιζε . Κι΄ οι  γεροντότεροι δεν ενθυμούνται καλωσύνην εκείνη την ημέρα . Γυρίζοντας από το πανηγύρι πάνω σ΄ ένα μουλάρι αντίκρυζα το φαρμακερό βορηά να με περνάη ως τα κόκκαλα .  Οι Έλληνες Χριστιανοί κάτοικοι του χωριού , υπέροχοι άνθρωποι , γεμάτοι καλωσύνη και αγαθότητα μα και καύχημα γιατί ο Δεσπότης επήγε τέτοια εποχή στο χωριό τους , με
είχαν τυλίξει όσο μπορούσαν πειό πολύ για να μην κρυώσω . Θεέ μου τι καλωσύνη !
τι ψυχική ωμορφιά των ανθρώπων αυτών ! Άκουγα τα λόγια τους , απλά , ανεπιτήδευτα και μου ΄ ρχόταν να κλάψω από συγκίνησι . Υπάρχουν ακόμη τέτοιοι
άνθρωποι στον κάσμο ;    Ο  Γηώργης , ένας νέος επίτροπος της Εκκλησίας , με συνώδευσε από το χωριό στη Βολισσό , που μας περίμενε το αυτοκίνητο .
Πολλές φορές ο βορηάς έπεφτε πάνω μου τόσο ορμητικός , που παρ΄ ολίγο να με
αναποδογυρίση . Και το μουλάρι ετρίκλιζε στο ξέσπασμα του ,  Ο  Γηώργης  προσπαθούσε με λόγια να με παρηγορήση . Ήθελε να με πείση ότι ο Άγιος Αντώνιος
έκαμε το θαύμα να μη βρέξη , ούτε να χιονίση , ότι μας βοηθεί να πάμε καλά .
<< Αλήθεια , Γέροντα , μου έλεγε , ο Άγιος Αντώνιος είναι θαυμάτουργός . Μια χρονιά  -  μας διηγούνται οι πατεράδες μας – ένας από τη χώρα είχε τάξει ένα σταμνί λάδι στον Άγ. Αντώνη . Την παραμονή της εορτής ξεκίνησε από την Χώρα για την
Ποταμιά .  Όταν ήταν απάνω στις Πηγάδες , στην κορυφή του Αίπους , άρχισε να
Χιονίζει . Μεγάλο κακό . Σε λίγη ώρα δεν ήξερε που βρισκόταν . Όλα χάθηκαν από μπροστά του . Όλα σκεπάστηκαν από το χιόνι , Στενοχωρέθηκε ο άνθρωπος . Έβλεπε                                                    
Πολύ στενόχωρα τα πράγματα . Άρχισε να χάνη το θάρρος . Είχε περάσει το μεσημέρι . Το χιόνι όσο πήγαινε και δυνάμωνε . Απέκαμε πειά . Στηρίχθηκε σ΄ένα πεύκο κι΄ έκαμε το Σταυρό του . <<  ΄Αγιε μου Αντώνη , είπε , το τάμμα μου ξεκίνησα να σου φέρω και να πεθάνω στο βουνό ; Λυπήσου τα παιδάκια μου >>
Και τον πήραν τα κλάμματα . Ξαφνικά ακούει πίσω του πατήματα μέσα στο χιόνι .
Ένας καλόγερος μεσόκοπος πηγαίνει κατά πάνω του γεμάτος χιόνια . Επήρε θάρρος
<<Γειά χαρά , παιδί μου – του είπε – που βρέθηκες εδώ με τέτοιον καιρό ; >>  Ο χριστιανός δείχνοντας του το σταμνί είπε : << Ένα τάμμα πάω να φέρω στον Άγιο Αντώνιο στην Ποταμιά . Μα κινδυνεύω να χαθώ >> . << Έλα μαζύ μου – του είπε ο καλόγερος . Εγώ ξέρω καλά τα μέρη αυτά και θα πάμε καλά . Κι΄ εγώ για την Ποταμιά πηγαίνω >> . Τον ακολούθησε . Μπρος ο καλόγερος , πίσω ο Χριστιανός , έφθασαν στην Ποταμιά χωρίς να κουρασθή καθόλου . Του έδειξε από ψηλά την εκκλησία και του είπε : << Αυτή είναι η εκκλησία .  ώρα καλή >> . Όταν  ο ξένος έφθασε στο χωριό διηγήθηκε το περιστατικό κι΄όλος ο κόσμος εσταυροκοπιώνταν
Είχαν να το κάμουν . Όσες φορές το διηγούνταν οι πατεράδες μας έκλαιγαν .
 Εδάκρυσε και ο Γιώργης !  Tι ώμορφη καρδιά !  Εθυμήθηκα και εγώ την υπέροχη εικόνα  του Ιδρύματος . και την διηγήθηκα . Ο  Γηώργης με ολοφάνερη συγκίνησι
την παρακολουθούσε . Όταν τέλειωσα κινώντας χαρακτηριστικά τα κεφάλι μου είπε
: << Γέροντα μου , να μη μας αφήση ο Θεός να φύγουμε από κοντά Του , τι θα γίνουμε χωρίς Αυτόν ;  >>Έκανε τρείς φορές το Σταυρό του , υψώνοντας τα μάτια
του προς τον ουρανό .έκαμα κι΄εγώ το Σταυρό μου με ανατρίχιασμα επαναλαμβάνοντας τα ίδια λόγια του αγαθού χωριάτη << Θεέ μου ! Μην αφήσης το λαό Σου να φύγη από κοντά Σου . Χωρίς Εσένα , Κύριε τι θα γίνουμε >> ;    
  Γνώρισα  την ύπαρξη αυτού του κειμένου στο σεβαστό μου Δημήτριο Μαρκ .Πουλή  ο οποίος  επιβεβαίωσε  την επίσκεψη του Δεσπότη στην Ποταμιά μια και ο ίδιος μαζί με τον Γιώργη  Aνδρ  Ελευθερίου , ο οποίος ήταν τότε επίτροπος , και για τον οποίο υπάρχει αναφορά στο όνομα του , ήταν αυτοί που φρόντισαν για την μεταφορά . 
   Σαν επίλογο στην συζήτηση  μας ο Κυρ Δημήτρης  είπε με αναστεναγμό  . <<  Αχ  Μιχάλη μου  , να ζούσα αυτές  τις μέρες στην Ποταμιά να έβλεπα τον ποταμό του χωριού πού λένε πως  φέτος μετά τόσα χρόνια έχει νερό ! >>  Με μιας μου ήρθε στο νου το συνεχές παράπονο του γέροντα  Δημήτρη  Καριάμη , και τόσων άλλων  που είναι αναγκασμένοι να ζουν μακριά από την μητρική γη ! Ή για την μανία φυγής ,που διακατέχει τον αδελφό του Παναγιώτη , τις ελάχιστες ημέρες του ερχομού του στην Αθήνα  μετά την έντονη πίεση των παιδιών του  . Κάνω και εγώ τον σταυρό μου και  ρωτώ τον ύψιστο παραφράζοντας τα λόγια του Γιώργη  <<  Θεέ μου ! Γιατί  άφησες  τον  λαό  σου ,  να  φύγει από την γη του ;  Χωρίς  αυτήν Κύριε τι  θα γίνουν  ; >>   
  Φέρνοντας στον λογισμό τον ξεριζωμό της ράτσας  μου από εδώ μονολογώ με πικρό
παράπονο <<  Μακάρι να  μην φεύγανε απ΄ εδώ , μακάρι  !  Κάνε  θαύμα   Άγιε μου , να ξαναγύριζαν   στην  μυροβόλο γη ,  στον  Αγιασμένο  τόπο  πάλι  !  >>     
   Αναρωτιέμαι με παράπονο: Γίνονται   σήμερα   θαύματα  ……. ;
   Και ελπίζοντας ανταπαντώ : Μακάρι  ….. να γινόντουσαν ΜΑΚΑΡΙ ! ! !
                                                                                 Μιχάλης  Γ.  Καριάμης
                                                                
                                                                                    { ΣΑΝΤΟΥΡΗΣ }
                                                                    
                                                                                  ΠΛΟΙΑΡΧΟΣ  Ε . Ν

Κορυδαλλός  / Γενάρης , 2003

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου